what's the deal
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΈκφραση
επεξεργασία- (ιδιωματισμός, ανεπίσημο) τι γίνεται, πώς είναι η κατάσταση
- ⮡ He went outside to see what the deal was.
- Βγήκε έξω να δει τι γινόταν.
- ⮡ He went outside to see what the deal was.