Ετυμολογία

επεξεργασία
vaz- < γαλλική, αγγλική vase, γερμανική Vase

vaz- (eo)

  • ρίζα λέξεων που σχετίζονται με την έννοια: βάζο

Παράγωγα

επεξεργασία