Παλαιά γαλλικά (fro) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

vaneglorios < λατινική vanagloriosus [1]

  Επίθετο επεξεργασία

vaneglorios

  Αναφορές επεξεργασία

  1. «ματαιόδοξος» - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.