Ετυμολογία

επεξεργασία
uti possidetis juris < → δείτε τις λέξεις ut, possideo και ius

  Έκφραση

επεξεργασία

uti possidetis juris

  1. (νομικός όρος) (κυριολεκτικά) (η εφαρμογή) του δικαίου όπως τα κατέχετε
  2. (νομικός όρος) αρχή του διεθνούς δικαίου περί μη αλλαγής των υφισταμένων συνόρων, ως δόγμα διατηρήσεως των διοικητικών συνόρων, ιδίως σε περιπτώσεις που μικρότερα κράτη προκύπτουν από τη διάσπαση μιας μεγαλύτερης κρατικής οντότητας (ΕΣΣΔ, Γιουγκοσλαβία κ.ά.)
    Συγκεκριμένα, η επιτροπή «Badinter» χαρακτηρίζοντας υπό διάλυση την γιουγκοσλαβική ομοσπονδία, απέφυγε να τοποθετηθεί ανοικτά επί του νομικού θέματος της απόσχισης των ομόσπονδων σοσιαλιστικών δημοκρατιών, ενώ παράλληλα τάχθηκε υπέρ της εφαρμογής της αρχής «uti possidetis juris» αναφορικά με τα όρια των πρώην ομόσπονδων κρατιδίων, δηλαδή την αρχή της διατήρησης των συνόρων που είχαν προηγουμένως τεθεί, προφανώς για λόγους αποφυγής γενικευμένων συγκρούσεων (Ναυτική Επιθεώρηση, τ.579, 2012, σελ. 31)