Αρωμουνικά (βλάχικα) (roa-rup) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

tsãngar < νέα ελληνική τσαγκάρης

  Ουσιαστικό επεξεργασία

tsãngar αρσενικό

  Πηγές επεξεργασία

  • tsãngarCunia, Tiberiu (2008) Dictsiunar a limbãljei armãneascã (Λεξικό της αρωμουνικής γλώσσας) αρωμουνικά, με μεταφράσεις στα αγγλικά, γαλλικά και ρουμανικά, έκδοση:2010. Στο DiXi online από το 2014