Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
today's
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
today's
<
today
+
-'s
Επίθετο
επεξεργασία
today's
(en)
(
χωρίς παραθετικά
)
σημερινός
, που έγινε σήμερα
⮡
Do you have
today’s
newspaper?
Έχεις
σημερινή
εφημερίδα;
σημερινός
, που αναφέρεται στην εποχή μας
⮡
today’s
young people
- η
σημερινή
νεολαία