Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

the other way around < → δείτε τις λέξεις the, other, way και around

  Έκφραση επεξεργασία

the other way around (en) (ιδιωματισμός)

  1. αντίστροφα, στην αντίστροφη θέση, κατεύθυνση ή σειρά
    In the years before Christ we count the other way around.
    Στις προ Χριστού χρονολογίες μετρούμε αντίστροφα.
    The trip from Athens to Thessaloniki and the other way around.
    Το ταξίδι από την Αθήνα προς τη Θεσσαλονίκη και αντίστροφα.
  2. αντίστροφα, η αντίστροφη κατάσταση
    We must work to live not the other way around.
    Πρέπει να δουλεύουμε για να ζούμε κι όχι αντίστροφα.

  Πηγές επεξεργασία