Ετυμολογία

επεξεργασία

szczyt < πρωτοσλαβική ščitъ

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ʃt͡ʃ̑ɨt/
 

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

szczyt (pl) αρσενικό

Συγγενικά

επεξεργασία