• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

stoel

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Αφρικάανς (af)
    • 1.1 Ουσιαστικό
  • 2 Ολλανδικά (nl)
    • 2.1 Προφορά
    • 2.2 Ουσιαστικό
  • 3 Δυτικά φριζικά (fy)
    • 3.1 Ουσιαστικό

Αφρικάανς (af) Επεξεργασία

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

stoel (af)

  • η καρέκλα



Ολλανδικά (nl) Επεξεργασία

  ΠροφοράΕπεξεργασία

stoel (βοήθεια·αρχείο)

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

stoel (nl) κοινό

  • η καρέκλα



Δυτικά φριζικά (fy) Επεξεργασία

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

stoel (fy)

  • η καρέκλα
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=stoel&oldid=4076413"
Τελευταία επεξεργασία στις 31 Αυγούστου 2019, στις 03:41

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 31 Αυγούστου 2019, στις 03:41.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie