stingy
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαπαραθετικά | |
θετικός | stingy |
συγκριτικός | stingier |
υπερθετικός | stingiest |
Επίθετο
επεξεργασία- τσιγκούνης
- ⮡ He is so stingy that he doesn’t even give his angel water.
- Είναι τόσο τσιγκούνης που δε δίνει ούτε του αγγέλου του νερό.
- ⮡ He is so stingy that he doesn’t even give his angel water.