state aid
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠολυλεκτικός όρος
επεξεργασίαstate aid (en)
- (οικονομία) κρατική (κυβερνητική) βοήθεια, κρατική (κυβερνητική) ενίσχυση
Δείτε επίσης
επεξεργασία- state aid στην αγγλική Βικιπαίδεια
state aid (en)