Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

stamfi < γερμανικά stampfen.

  Ρήμα επεξεργασία

ρήμα stamfi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας stamfas stamfanta stamfata
αόριστος stamfis stamfinta stamfita
μέλλοντας stamfos stamfonta stamfota
υποθετική stamfus - -
προστακτική stamfu - -

stamfi (eo)