Ετυμολογία

επεξεργασία
sonori < sonor- + -i
ρήμα sonori
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας sonoras sonoranta sonorata
αόριστος sonoris sonorinta sonorita
μέλλοντας sonoros sonoronta sonorota
υποθετική sonorus - -
προστακτική sonoru - -

sonori (eo)