Ετυμολογία

επεξεργασία
skrib- < λατινική scribere, γερμανική schreiben, γίντις shrajbn

skrib- (eo)

  • ρίζα λέξεων που σχετίζονται με την έννοια: γράφω

Παράγωγα

επεξεργασία