Δείτε επίσης: s'auto-diriger

  Ετυμολογία

επεξεργασία
s'autodiriger → δείτε τις λέξεις se, auto- και diriger

s'autodiriger (fr)

  • (ορθογραφία του 1990)
  1. καθοδηγούμαι μόνος μου, χωρίς βοήθεια τρίτου
  2. διευθύνομαι μόνος μου

Άλλες γραφές

επεξεργασία