Δείτε επίσης: ruĝigi

Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ruĝiĝi < → δείτε τις λέξεις ruĝa και iĝi

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ɾuˈd͡ʒi.d͡ʒi/

  Ρήμα επεξεργασία

ρήμα ruĝiĝi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας ruĝiĝas ruĝiĝanta ruĝiĝata
αόριστος ruĝiĝis ruĝiĝinta ruĝiĝita
μέλλοντας ruĝiĝos ruĝiĝonta ruĝiĝota
υποθετική ruĝiĝus - -
προστακτική ruĝiĝu - -

ruĝiĝi (eo)

Άλλες γραφές επεξεργασία

rugxigxi, rughighi, rug'ig'i