Ετυμολογία

επεξεργασία
rosti < rost- + -i
ρήμα rosti
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας rostas rostanta rostata
αόριστος rostis rostinta rostita
μέλλοντας rostos rostonta rostota
υποθετική rostus - -
προστακτική rostu - -

rosti (eo)