Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ρήμα επεξεργασία

ρήμα rezultiĝi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας rezultiĝas rezultiĝanta rezultiĝata
αόριστος rezultiĝis rezultiĝinta rezultiĝita
μέλλοντας rezultiĝos rezultiĝonta rezultiĝota
υποθετική rezultiĝus - -
προστακτική rezultiĝu - -

rezultiĝi (eo)