Λατινικά (la) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

reseco < re + seco

  Ρήμα επεξεργασία

reseco (la) (rĕsĕco1, rĕsĕcŭi, rĕsĕctum, rĕsĕcāre)

Κλίση επεξεργασία