Λατινικά (la) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

renarro < re + narro

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /reˈnaːr.roː/

  Ρήμα επεξεργασία

renarro (la) (renārrō1, renārrāvī, renārrātum, renārrāre)

Κλίση επεξεργασία