Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ratownik
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Πολωνικά (pl)
1.1
Προφορά
1.2
Ουσιαστικό
1.3
Συγγενικά
Πολωνικά
(pl)
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
ⓘ
(
βοήθεια
·
αρχείο
)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ratownik
(pl)
αρσενικό
ναυαγοσώστης
Συγγενικά
επεξεργασία
odratowanie
odratować
poratowanie
poratować
ratowanie
ratować
ratownictwo
ratowniczka
ratowniczo
ratowniczy
ratunek
ratunkowo
ratunkowy
ratunku
uratowanie
uratować
wyratowanie
wyratować