Ουσιαστικό

επεξεργασία

rétroviseur (fr)

  1. o καθρέφτης του αυτοκινήτου από τον οποίον ο οδηγός μπορεί να κοιτάξει πίσω χωρίς να γυρίσει
     συνώνυμα: rétro
  2. όργανο που λειτουργεί όπως το περισκόπιο