Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

prothesis (en)

  1. η πρόθεση (η θρησκευτική τελετή)
  2. η προσθήκη ενός φωνήεντος στην αρχή λέξης χωρίς να αλλάξει η μορφολογία της