Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

priplori < pri + plori

  Ρήμα επεξεργασία

ρήμα priplori
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας priploras priploranta priplorata
αόριστος priploris priplorinta priplorita
μέλλοντας priploros priploronta priplorota
υποθετική priplorus - -
προστακτική priploru - -

priplori (eo)