ρήμα preti
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας pretas pretanta pretata
αόριστος pretis pretinta pretita
μέλλοντας pretos pretonta pretota
υποθετική pretus - -
προστακτική pretu - -

preti (eo)

se vi pretus iom helpi, εάν ήσασταν έτοιμος να βοηθήσετε/εάν θέλατε να βοηθήσετε
la verko ankoraŭ ne pretas, το έργο δεν είναι ακόμη έτοιμο