Ετυμολογία

επεξεργασία
posedi < posed- + -i
ρήμα posedi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας posedas posedanta posedata
αόριστος posedis posedinta posedita
μέλλοντας posedos posedonta posedota
υποθετική posedus - -
προστακτική posedu - -

posedi (eo)