portico
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαportico (en)
- προστώο, ημιυπαίθριος στεγασμένος χώρος με κίονες εμπρός από την είσοδο ενός κτηρίου
Ιταλικά (it)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαportico (it)
- προστώο, ημιυπαίθριος στεγασμένος χώρος με κίονες εμπρός από την είσοδο ενός κτηρίου