Ετυμολογία

επεξεργασία
plugi < plug- + -i
ρήμα plugi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας plugas pluganta plugata
αόριστος plugis pluginta plugita
μέλλοντας plugos plugonta plugota
υποθετική plugus - -
προστακτική plugu - -

plugi (eo)