Ετυμολογία

επεξεργασία
patro < patr- + -o

  Προφορά

επεξεργασία
 

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

patro (eo)

mia patro amas min. - ο πατέρας μου μ’ αγαπάει



  Ουσιαστικό

επεξεργασία

patro (io)