Ετυμολογία

επεξεργασία
ordoni < ordon- + -i
ρήμα ordoni
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας ordonas ordonanta ordonata
αόριστος ordonis ordoninta ordonita
μέλλοντας ordonos ordononta ordonota
υποθετική ordonus - -
προστακτική ordonu - -

ordoni (eo)