Ουσιαστικό

επεξεργασία

orchard (en)

  1. οπωρώνας
  2. δενδροφυτεία, δεντροφυτεία
  3. περιβόλι με δέντρα (ή κυρίως με δέντρα)
  4. τα δέντρα μίας δεντροφυτείας