Ιταλικά (it) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

 

  Επίρρημα επεξεργασία

ora (it)

  1. ώρα
  2. τώρα

Εκφράσεις επεξεργασία

  • de ora avante, de ora em diante - από δω κι εμπρός