Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
onset
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.3
Πηγές
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
onset
<
on-
+
set
Ουσιαστικό
επεξεργασία
onset
(en)
(
μόνο ενικός
)
η
έφοδος
, η αρχή για κάτι, ειδικά για κάτι δυσάρεστο
↪
the
onset
of winter
- η
έφοδος
του χειμώνα
Πηγές
επεξεργασία
onset
-
Oxford Learner's Dictionaries