Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

no wonder < → δείτε τις λέξεις no και wonder

  Έκφραση επεξεργασία

no wonder (en)

  • (ιδιωματισμός) δεν έχω απορία, δεν προκαλεί έκπληξη
    (It’s) no wonder!
    Δεν είναι απορίας άξιο!
    No wonder (that) he failed.
    Δεν είναι ν' απορεί κανείς (=είναι φυσικό) ότι απέτυχε.

Άλλες μορφές επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία