needlenose pliers
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΠολυλεκτικός όρος
επεξεργασίαneedlenose pliers (en) μόνο στον πληθυντικό
- το μυτοτσίμπιδο
Σημειώσεις
επεξεργασίαΣυνήθως χρησιμοποιείται ως "a pair of needlenose pliers"
needlenose pliers (en) μόνο στον πληθυντικό
Συνήθως χρησιμοποιείται ως "a pair of needlenose pliers"