moře
Τσεχικά (cs)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαmoře < πρωτοσλαβική more ή móri (δείτε επίσης morze, море)
Προφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαmoře (cs) ουδέτερο
- η θάλασσα
moře < πρωτοσλαβική more ή móri (δείτε επίσης morze, море)
moře (cs) ουδέτερο