Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /mi.z‿ɑ̃ pli/

  Κλιτικός τύπος πολυλεκτικού όρου επεξεργασία

mises en plis (fr) θηλυκό