Ετυμολογία

επεξεργασία
mark- < αγγλική mark, γαλλική marque, ιταλική marca, γερμανική Marke, πολωνική marka, ρωσική мaркa

mark- (eo)

  • ρίζα λέξεων που σχετίζονται με την έννοια: σήμα

Παράγωγα

επεξεργασία