Ετυμολογία

επεξεργασία
maldormi < mal- + dormi
ρήμα maldormi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας maldormas maldormanta maldormata
αόριστος maldormis maldorminta maldormita
μέλλοντας maldormos maldormonta maldormota
υποθετική maldormus - -
προστακτική maldormu - -

maldormi (eo)

Αντώνυμα

επεξεργασία