Ετυμολογία

επεξεργασία
maĉi < maĉ- + -i
ρήμα maĉi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας maĉas maĉanta maĉata
αόριστος maĉis maĉinta maĉita
μέλλοντας maĉos maĉonta maĉota
υποθετική maĉus - -
προστακτική maĉu - -

maĉi (eo)