Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /me.dy.ze/

  Ρήμα επεξεργασία

méduser (fr)

Il en est resté médusé. Έμεινε άφωνος, κατάπληκτος.

Συγγενικά επεξεργασία