Αγγλικά (en) επεξεργασία

linear order (en)

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

  • (μαθηματικά) γραμμική διάταξη, μία σχέση που είναι συμμετρική, μεταβατική και αυτοπαθής και κάθε ζεύγος στοιχείων, το ένα σχετίζεται με το άλλο

Συνώνυμα επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία