Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

leĝigi < leĝ- + -ig- + -i

  Ρήμα επεξεργασία

ρήμα leĝigi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας leĝigas leĝiganta leĝigata
αόριστος leĝigis leĝiginta leĝigita
μέλλοντας leĝigos leĝigonta leĝigota
υποθετική leĝigus - -
προστακτική leĝigu - -

leĝigi (eo)

Άλλες γραφές επεξεργασία