Ετυμολογία

επεξεργασία
lato sensu < από το επίθετο latus (= πλατύς, ευρύς) και το ουσιαστικό sensus

  Επίρρημα

επεξεργασία

lato sensu (la)

Αντώνυμα

επεξεργασία