Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ρήμα επεξεργασία

ρήμα kunŝovi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας kunŝovas kunŝovanta kunŝovata
αόριστος kunŝovis kunŝovinta kunŝovita
μέλλοντας kunŝovos kunŝovonta kunŝovota
υποθετική kunŝovus - -
προστακτική kunŝovu - -

kunŝovi (eo)