Εσπεράντο (eo)Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

kredi < ιταλική credere

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈkɾe.di/

  ΡήμαΕπεξεργασία

ρήμα kredi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας kredas kredanta kredata
αόριστος kredis kredinta kredita
μέλλοντας kredos kredonta kredota
υποθετική kredus - -
προστακτική kredu - -

kredi (eo)