Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

klopodi < klopod- + -i

  Ρήμα επεξεργασία

ρήμα klopodi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας klopodas klopodanta klopodata
αόριστος klopodis klopodinta klopodita
μέλλοντας klopodos klopodonta klopodota
υποθετική klopodus - -
προστακτική klopodu - -

klopodi (eo)

ni klopodis konvinki lin - ξεσκιστήκαμε (και καταφέραμε) να τον πείσουμε