keytar
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
keytar < κράση των: keyboard + guitar
Ουσιαστικό επεξεργασία
(μουσική)
ενικός αριθμός: keytar (en)
πληθυντικός αριθμός: keytars (en)
- το κιθαροπληκτρολόγιο, τα κιθαρόπληκτρα
- μουσικό πληκτρολόγιο/keyboard που στερεώνεται με λουρί στον ώμο και κρατιέται σαν κιθάρα
Σημειώσεις επεξεργασία
Ένα keytar/κιθαροπληκτρολόγιο δύναται είτε να εμπεριέχει εσωτερικό εγκεφάλο ήχων που ονομάζεται synthesizer/συνθετητής είτε να συνδέεται εξωτερικά.
Τα keytars χωρίς εσωτερικό συνθετητή προτιμώνται λόγω του ελαττωμένου βάρους τους.
Παράγωγα επεξεργασία
- keytarist (κιθαροαρμονιστής, κιθαροπληκτράς)