Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

in print < → δείτε τις λέξεις in και print

  Έκφραση επεξεργασία

in print (en)

  • (ιδιωματισμός) τυπωμένο και σε κυκλοφορία, για βιβλίο που είναι ακόμα διαθέσιμο από την εταιρεία που το εκδίδει

  Πηγές επεξεργασία