Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

impostor (en)

  • ο προσποιούμενος την ταυτότητα αλλού, αυτός που ισχυρίζεται ότι είναι κάποιος άλλος
  • ο απατεώνας